Ο Γεώργιος Γρίβας, γνωστός και με το ψευδώνυμο Διγενής, ήταν αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού. Γεννήθηκε στη Χρυσαλινιώτισσα, χωριό της επαρχίας Λευκωσίας της Κύπρου, στις 5 Ιουλίου 1897 και μεγάλωσε στο χωριό Τρίκωμο της επαρχίας Αμμοχώστου. Αφού τελείωσε το σχολείο του Τρικώμου, πήγε στη Λευκωσία όπου φοίτησε στο Παγκύπριο Γυμνάσιο (1909-1915). Το 1916 μπήκε στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων από την οποία αποφοίτησε το 1919 με το βαθμό του ανθυπολοχαγού Πεζικού.
Οι ικανότητές του έγιναν σύντομα αντιληπτές και έτσι, κλήθηκε από την πατρίδα να πολεμήσει στη Μικρασιατική εκστρατεία (1922) και για τη δράση του παρασημοφορήθηκε και προάχθηκε σε υπολοχαγό, αφού ο λόχος του ήταν από τους τελευταίους που αποσύρθηκαν από τα εδάφη της. Αργότερα, επιλέχθηκε να φοιτήσει στη Γαλλική Ακαδημία Πολέμου όπου προάχθηκε σε λοχαγό και ταγματάρχη. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μετατέθηκε στη διεύθυνση επιχειρήσεων του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Κατά την Ιταλική εισβολή εναντίον της Ελλάδας ο Γρίβας μετατέθηκε στο αλβανικό μέτωπο, ύστερα από διαρκή του αιτήματα, όπου και υπηρέτησε ως επιτελάρχης της ΙΙ Μεραρχίας. Μαζί με πολλά παλληκάρια, στα βουνά της Ηπείρου έγραψε μια από τις πιο λαμπρές και ένδοξες σελίδες της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας, ενάντια στις δυνάμεις του Άξονα.
Ο Διγενής στο μεταξύ δεν ξεχνά την ιδιαίτερη του πατρίδα και παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και τα γεγονότα. Μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα τον Ιανουάριο του 1950 και την άρνηση των Άγγλων να παραχωρήσουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης στον Κυπριακό λαό ήταν φανερό ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή στους Κυπρίους παρά ο ένοπλος αγώνας.
Γίνεται πασιφανές, πλέον, πως ο πόθος των Κυπρίων για Ένωση εντείνεται. Έτσι με την απελευθέρωση της Ελλάδας και της αποτροπής από μέρους του να καταλυθεί το δημοκρατικό πολίτευμα της από τους συμμορίτες, μετέβη μυστικά στην Κύπρο και ίδρυσε την ΕΟΚΑ, της οποίας ήταν και ο στρατιωτικός αρχηγός, με στόχο την εκδίωξη των Βρετανών από το νησί και την Ένωση της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα. Οι επισκέψεις του στην Κύπρο, στα 1951 και 1952 ήταν η αρχή για να τεθούν τα θεμέλια για την έναρξη του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ . Στις 7 Μαρτίου 1953, στην Αθήνα, μαζί με τα άλλα 11 μέλη της Δωδεκαμελούς Επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄, δίνει τον όρκο για αγώνα απελευθέρωσης της Κύπρου, που είναι γνωστός ως ο Όρκος των Δώδεκα.
Στις 10 Νοεμβρίου 1954, το ιστιοφόρο «Σειρήν», ύστερα από ένα περιπετειώδες ταξίδι φτάνει στην Κύπρο μεταφέροντας τον Γρίβα. Από τούτη τη στιγμή ο Γεώργιος Γρίβας αναλαμβάνει Αρχηγός της μυστικής Οργάνωσης Ε.Ο.Κ.Α. Μια σπιθαμή γης, μια σταλιά τόπος έχοντας απέναντι του μια ολόκληρη αυτοκρατορία και μια χούφτα παιδιών έχοντας απέναντι τους έμπειρους στρατιωτικούς τέλεια εξοπλισμένους, κι όμως δεν δείλιασαν ούτε στιγμή. «Μπορεί αυτοί να είχαν όπλα αλλά εμείς είμαστε Έλληνες και έχουμε ψυχή, το πιο δυνατό και ανίκητο όπλο.» Με αυτή την σκέψη και με την αγάπη τους για την πατρίδα και τον πόθο για Ένωση ξεκίνησαν τα παιδία μαζί με τον αρχηγό τους τον Εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 55-59.
Ένα αγώνα ο οποίος αν και στρατιωτικά ήταν νικηφόρος από πλευράς μας, ατύχησε στη πολιτική του πτυχή, αφού οι πολιτικοί ηγέτες του Ελληνισμού εκείνης της περιόδου, όντας κατώτεροι των περιστάσεων έπεσαν στην παγίδα της Αγγλικής διπλωματίας. Κήρυξαν την ανεξαρτησία της Κύπρου και αποδέχτηκαν το δικοινοτικό σύνταγμα του 60 με τις καταστροφικές για την Κύπρο συνέπειες. Με το πέρας του αγώνα ο Στρατηγός Διγενής αποχωρεί για την Αθήνα. Στην Αθήνα τον υποδέχεται πλήθος κόσμου και τον τιμάει ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Θεόκλητος, με το χρυσό στεφάνι. Η Βουλή των Ελλήνων, με το Νόμο 3944 που δημοσιεύτηκε στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως Α 51 στις 20 Μαρτίου 1959, προήγαγε ομόφωνα τον Γεώργιο Γρίβα από αντισυνταγματάρχη σε αντιστράτηγο, του απένειμε ειδική σύνταξη, καθώς επίσης και τον τιμητικό τίτλο του «Αξίου Τέκνου της Πατρίδος».
Στις 12 Ιουνίου 1964 ο Διγενής φθάνει στην Κύπρο και αναλαμβάνει Αρχηγός της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοίκησης Αμύνης Κύπρου, που είχε δημιουργηθεί πρόσφατα. Από τη θέση αυτή ο Διγενής καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες, για να οργανώσει την Εθνική Φρουρά και να την καταστήσει μια υπολογίσιμη και αξιόμαχη δύναμη. Με τις προβοκατόρικες κινήσεις των τούρκων το φθινόπωρο του 1967, η Ελληνική Μεραρχία αναγκάζεται να αποχωρήσει από το νησί, μαζί με το Διγενή υπό την απειλή πολέμου. Με την αποχώρηση της Μεραρχίας από το νησί η Κύπρος απογυμνώνεται αμυντικά και διευκολύνεται η επίτευξη των τουρκικών επεκτατικών σχεδίων σε βάρος της Κύπρου. Ο Διγενής επιστρέφει στην Αθήνα και τίθεται από την Χούντα υπό παρακολούθηση και περιορισμό στο σπίτι του στο Χαλάνδρι.
Οι κίνδυνοι για το μέλλον της Κύπρου είναι εμφανείς. Η Ελληνική Χούντα, δια του Υπουργού Εξωτερικών Ξανθοπούλου/Παλαμά είχε διαβουλεύσεις με την τουρκία στη Λισσαβόνα, τον Απρίλιο του 1971, και από τις πληροφορίες που υπήρχαν τότε προδιαγραφόταν απαράδεκτη λύση για το Κυπριακό. Παράλληλα οι σχέσεις των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου βρίσκονταν σε ένταση. Οι πληροφορίες αυτές ανησυχούν τον Διγενή, ο οποίος νιώθει την ανάγκη να αντιδράσει. Έτσι, την 1η Σεπτεμβρίου 1971 ο Διγενής έφθασε μυστικά στην Κύπρο, διαφεύγοντας από την επιτήρηση της Χούντας.
Στις 25 Μαρτίου1972 είχε συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, στην οποία, σε πνεύμα κατανόησης, κατέληξαν σε κάποιες συμφωνίες. Δυστυχώς, όμως, δεν προχώρησε η υλοποίηση των συμφωνηθέντων και τα γεγονότα οδήγησαν σε μια μετωπική σύγκρουση των δύο. Η Κύπρος μπήκε στη δίνη μιας εμφύλιας διαμάχης με πράξεις βίας , ανατινάξεις Αστυνομικών Σταθμών και αυτοκινήτων. Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Διγενής εξαντλημένος και ταλαιπωρημένος απεβίωσε στο κρησφύγετό του στη Λεμεσό στις 27 Ιανουαρίου 1974 περίπου 6 μήνες πριν από τα γεγονότα του προδοτικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής. Τάφηκε στην αυλή του σπιτιού που ήταν το κρησφύγετό του. Στην κηδεία του Αρχηγού της ΕΟΚΑ παρέστησαν χιλιάδες πρόσωπα.Η Βουλή των Αντιπροσώπων, σε ειδική συνεδρία της στις 31 Ιανουαρίου 1974, ανακήρυξε τον Διγενή «άξιον τέκνον της Κύπρου διά τας εξαιρέτους υπηρεσίας τας οποίας προσέφερε προς την ιδιαιτέραν του Πατρίδα»
Ήταν ένας άνθρωπος ανάμεσα στους πιο ιδεολόγους ενωτικούς, που αν και αμφιλεγόμενη κατά κάποιους προσωπικότητα, αυτά για τα οποία έζησε και πολέμησε, κατόρθωσε να υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Είχε δείξει και αποδείξει, εν όσο ήταν εν ζωή, ότι δεν ήταν ένας τυχαίος στρατιωτικός, αλλά ένας απαράμιλλου σθένους σπουδαίος πατριώτης και μαχητής. Θα ζει πάντα στη μνήμη μας ως ο μοναδικός Αρχηγός και με σημαία μας τα λόγια του θα προχωράμε..”Είναι καιρός να δείξωμεν εις τον κόσμον, ότι εάν η διεθνής διπλωματία είναι άδικος και εν πολλοίς άναδρος, η Eλληνική Κυπριακή ψυχή είναι γενναία. Εάν οι δυνάσται μας δεν θέλουν να αποδώσουν την λευτεριά μας, μπορούμε να την διεκδικήσωμεν με τα ίδια μας τα χέρια και με το αίμα μας. Ας δείξωμεν εις τον κόσμον ακόμη μίαν φοράν ότι και του «σημερινού Έλληνας ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει»
Γρεφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ. Θεσσαλονίκης
Οι ικανότητές του έγιναν σύντομα αντιληπτές και έτσι, κλήθηκε από την πατρίδα να πολεμήσει στη Μικρασιατική εκστρατεία (1922) και για τη δράση του παρασημοφορήθηκε και προάχθηκε σε υπολοχαγό, αφού ο λόχος του ήταν από τους τελευταίους που αποσύρθηκαν από τα εδάφη της. Αργότερα, επιλέχθηκε να φοιτήσει στη Γαλλική Ακαδημία Πολέμου όπου προάχθηκε σε λοχαγό και ταγματάρχη. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μετατέθηκε στη διεύθυνση επιχειρήσεων του Γενικού Επιτελείου Στρατού. Κατά την Ιταλική εισβολή εναντίον της Ελλάδας ο Γρίβας μετατέθηκε στο αλβανικό μέτωπο, ύστερα από διαρκή του αιτήματα, όπου και υπηρέτησε ως επιτελάρχης της ΙΙ Μεραρχίας. Μαζί με πολλά παλληκάρια, στα βουνά της Ηπείρου έγραψε μια από τις πιο λαμπρές και ένδοξες σελίδες της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας, ενάντια στις δυνάμεις του Άξονα.
Ο Διγενής στο μεταξύ δεν ξεχνά την ιδιαίτερη του πατρίδα και παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και τα γεγονότα. Μετά το Ενωτικό Δημοψήφισμα τον Ιανουάριο του 1950 και την άρνηση των Άγγλων να παραχωρήσουν το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης στον Κυπριακό λαό ήταν φανερό ότι δεν υπήρχε άλλη επιλογή στους Κυπρίους παρά ο ένοπλος αγώνας.
Γίνεται πασιφανές, πλέον, πως ο πόθος των Κυπρίων για Ένωση εντείνεται. Έτσι με την απελευθέρωση της Ελλάδας και της αποτροπής από μέρους του να καταλυθεί το δημοκρατικό πολίτευμα της από τους συμμορίτες, μετέβη μυστικά στην Κύπρο και ίδρυσε την ΕΟΚΑ, της οποίας ήταν και ο στρατιωτικός αρχηγός, με στόχο την εκδίωξη των Βρετανών από το νησί και την Ένωση της Κύπρου με την Μητέρα Ελλάδα. Οι επισκέψεις του στην Κύπρο, στα 1951 και 1952 ήταν η αρχή για να τεθούν τα θεμέλια για την έναρξη του εθνικού απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ . Στις 7 Μαρτίου 1953, στην Αθήνα, μαζί με τα άλλα 11 μέλη της Δωδεκαμελούς Επιτροπής, μεταξύ των οποίων και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄, δίνει τον όρκο για αγώνα απελευθέρωσης της Κύπρου, που είναι γνωστός ως ο Όρκος των Δώδεκα.
Στις 10 Νοεμβρίου 1954, το ιστιοφόρο «Σειρήν», ύστερα από ένα περιπετειώδες ταξίδι φτάνει στην Κύπρο μεταφέροντας τον Γρίβα. Από τούτη τη στιγμή ο Γεώργιος Γρίβας αναλαμβάνει Αρχηγός της μυστικής Οργάνωσης Ε.Ο.Κ.Α. Μια σπιθαμή γης, μια σταλιά τόπος έχοντας απέναντι του μια ολόκληρη αυτοκρατορία και μια χούφτα παιδιών έχοντας απέναντι τους έμπειρους στρατιωτικούς τέλεια εξοπλισμένους, κι όμως δεν δείλιασαν ούτε στιγμή. «Μπορεί αυτοί να είχαν όπλα αλλά εμείς είμαστε Έλληνες και έχουμε ψυχή, το πιο δυνατό και ανίκητο όπλο.» Με αυτή την σκέψη και με την αγάπη τους για την πατρίδα και τον πόθο για Ένωση ξεκίνησαν τα παιδία μαζί με τον αρχηγό τους τον Εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του 55-59.
Ένα αγώνα ο οποίος αν και στρατιωτικά ήταν νικηφόρος από πλευράς μας, ατύχησε στη πολιτική του πτυχή, αφού οι πολιτικοί ηγέτες του Ελληνισμού εκείνης της περιόδου, όντας κατώτεροι των περιστάσεων έπεσαν στην παγίδα της Αγγλικής διπλωματίας. Κήρυξαν την ανεξαρτησία της Κύπρου και αποδέχτηκαν το δικοινοτικό σύνταγμα του 60 με τις καταστροφικές για την Κύπρο συνέπειες. Με το πέρας του αγώνα ο Στρατηγός Διγενής αποχωρεί για την Αθήνα. Στην Αθήνα τον υποδέχεται πλήθος κόσμου και τον τιμάει ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, Θεόκλητος, με το χρυσό στεφάνι. Η Βουλή των Ελλήνων, με το Νόμο 3944 που δημοσιεύτηκε στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως Α 51 στις 20 Μαρτίου 1959, προήγαγε ομόφωνα τον Γεώργιο Γρίβα από αντισυνταγματάρχη σε αντιστράτηγο, του απένειμε ειδική σύνταξη, καθώς επίσης και τον τιμητικό τίτλο του «Αξίου Τέκνου της Πατρίδος».
Στις 12 Ιουνίου 1964 ο Διγενής φθάνει στην Κύπρο και αναλαμβάνει Αρχηγός της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοίκησης Αμύνης Κύπρου, που είχε δημιουργηθεί πρόσφατα. Από τη θέση αυτή ο Διγενής καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες, για να οργανώσει την Εθνική Φρουρά και να την καταστήσει μια υπολογίσιμη και αξιόμαχη δύναμη. Με τις προβοκατόρικες κινήσεις των τούρκων το φθινόπωρο του 1967, η Ελληνική Μεραρχία αναγκάζεται να αποχωρήσει από το νησί, μαζί με το Διγενή υπό την απειλή πολέμου. Με την αποχώρηση της Μεραρχίας από το νησί η Κύπρος απογυμνώνεται αμυντικά και διευκολύνεται η επίτευξη των τουρκικών επεκτατικών σχεδίων σε βάρος της Κύπρου. Ο Διγενής επιστρέφει στην Αθήνα και τίθεται από την Χούντα υπό παρακολούθηση και περιορισμό στο σπίτι του στο Χαλάνδρι.
Οι κίνδυνοι για το μέλλον της Κύπρου είναι εμφανείς. Η Ελληνική Χούντα, δια του Υπουργού Εξωτερικών Ξανθοπούλου/Παλαμά είχε διαβουλεύσεις με την τουρκία στη Λισσαβόνα, τον Απρίλιο του 1971, και από τις πληροφορίες που υπήρχαν τότε προδιαγραφόταν απαράδεκτη λύση για το Κυπριακό. Παράλληλα οι σχέσεις των Κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου βρίσκονταν σε ένταση. Οι πληροφορίες αυτές ανησυχούν τον Διγενή, ο οποίος νιώθει την ανάγκη να αντιδράσει. Έτσι, την 1η Σεπτεμβρίου 1971 ο Διγενής έφθασε μυστικά στην Κύπρο, διαφεύγοντας από την επιτήρηση της Χούντας.
Στις 25 Μαρτίου1972 είχε συνάντηση με τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, στην οποία, σε πνεύμα κατανόησης, κατέληξαν σε κάποιες συμφωνίες. Δυστυχώς, όμως, δεν προχώρησε η υλοποίηση των συμφωνηθέντων και τα γεγονότα οδήγησαν σε μια μετωπική σύγκρουση των δύο. Η Κύπρος μπήκε στη δίνη μιας εμφύλιας διαμάχης με πράξεις βίας , ανατινάξεις Αστυνομικών Σταθμών και αυτοκινήτων. Μέσα σε αυτό το κλίμα ο Διγενής εξαντλημένος και ταλαιπωρημένος απεβίωσε στο κρησφύγετό του στη Λεμεσό στις 27 Ιανουαρίου 1974 περίπου 6 μήνες πριν από τα γεγονότα του προδοτικού πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής. Τάφηκε στην αυλή του σπιτιού που ήταν το κρησφύγετό του. Στην κηδεία του Αρχηγού της ΕΟΚΑ παρέστησαν χιλιάδες πρόσωπα.Η Βουλή των Αντιπροσώπων, σε ειδική συνεδρία της στις 31 Ιανουαρίου 1974, ανακήρυξε τον Διγενή «άξιον τέκνον της Κύπρου διά τας εξαιρέτους υπηρεσίας τας οποίας προσέφερε προς την ιδιαιτέραν του Πατρίδα»
Ήταν ένας άνθρωπος ανάμεσα στους πιο ιδεολόγους ενωτικούς, που αν και αμφιλεγόμενη κατά κάποιους προσωπικότητα, αυτά για τα οποία έζησε και πολέμησε, κατόρθωσε να υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Είχε δείξει και αποδείξει, εν όσο ήταν εν ζωή, ότι δεν ήταν ένας τυχαίος στρατιωτικός, αλλά ένας απαράμιλλου σθένους σπουδαίος πατριώτης και μαχητής. Θα ζει πάντα στη μνήμη μας ως ο μοναδικός Αρχηγός και με σημαία μας τα λόγια του θα προχωράμε..”Είναι καιρός να δείξωμεν εις τον κόσμον, ότι εάν η διεθνής διπλωματία είναι άδικος και εν πολλοίς άναδρος, η Eλληνική Κυπριακή ψυχή είναι γενναία. Εάν οι δυνάσται μας δεν θέλουν να αποδώσουν την λευτεριά μας, μπορούμε να την διεκδικήσωμεν με τα ίδια μας τα χέρια και με το αίμα μας. Ας δείξωμεν εις τον κόσμον ακόμη μίαν φοράν ότι και του «σημερινού Έλληνας ο τράχηλος ζυγόν δεν υπομένει»
Γρίβα Λεβέντη Διγενή κοιμήσου ξεκουράσου η Ένωση εν να γενεί τη θέλουν τα παιδιά σου.
Γρεφείο Τύπου
Π.Ε.Ο.Φ. Θεσσαλονίκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλώ όχι υβριστικά σχόλια,το ellada-kupros δεν φέρει ευθύνη για τυχόν υβριστικούς χαρακτηρισμούς.Σφάξτε τους με το βαμβάκι..έχουμε πλούσιο λεξιλόγιο άλλωστε.