Από το 1978 που πάτησα για πρώτη φορά το πόδι μου σε εφημερίδα -στην «Πρωινή» της Νέας Υόρκης- νεαρός μαθητευόμενος δημοσιογράφος με εντολή «να απομαγνητοφωνώ χωρίς κανένα λάθος» τις ανταποκρίσεις του Γιάννη Ρουμπάτη από την Ουάσινγκτον, ένιωθα αυτή την παράξενη «γοητεία» για τον Λευκό Οίκο και το Στέϊτ Ντιπάρτμεντ. Όλοι που επιλέξαμε να γίνουμε ανταποκριτές, είχαμε ακούσει από τους παλαιότερους πως η καταξίωση είναι να φτάσει κανείς να κάθεται στις αίθουσες ενημέρωσης του Λευκού Οίκου, του Πενταγώνου και του υπουργείου των Εξωτερικών.
Ηταν ένας «μύθος» τότε και παραμένουν μέχρι σήμερα τα briefings των εκπροσώπων. Και τη πρώτη φορά που εισήλθα στην παλαιά αίθουσα ενημέρωσης του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, που δεν είχε τις σημερινές ανέσεις, παρέα με τον Λάμπρο Παπαντωνίου, ένιωσα δέος βλέποντας τα «θηρία» της New York Times, της Washington Post και των άλλων αμερικανικών και διεθνών ΜΜΕ.
Λογικό για έναν 25χρονο, που ..έτρεφε απεριόριστο σεβασμό στους μεγαλύτερους δημοσιογράφους. Σιγά-σιγά «απομυθοποίησα» αυτό που λέμε ανταπόκριση στην Ουάσιγκτον, αν και καθημερινά πάντα οι εκπρόσωποι επιφυλάσσουν εκπλήξεις.
Μαζί με τα briefings,απομυθοποίησα και τις επισκέψεις των πολιτικών, όχι μόνο των δικών μας, που δυστυχώς ακόμα έρχονται στην αμερικανική πρωτεύουσα νομίζοντας πως ένα ταξίδι εδώ αποτελεί την απόλυτη καταξίωση.
Όταν πληροφορήθηκα ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να επισκεφθεί την Ουάσιγκτον ευχήθηκα ότι θα ακολουθούσε τις διπλωματικές διαδικασίες, διότι μία επίσκεψη Ελληνα πολιτικού, για να είναι επιτυχημένη, ξεκινά από το γραφείο του Αμερικανού πρέσβη, ο οποίος διευθετεί τις συναντήσεις και καταλήγει στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αμερικής και στην Αστόρια, όπου ζει η πλειοψηφία των ομογενών. Το τελευταίο διάστημα, με την έλευση νέων μεταναστών και την επιστροφή Ελληνοαμερικανών που είχαν βρει τη γαλήνη τους στην Ελλάδα, την οποία έχασαν λόγω της κρίσης, η Αστόρια θυμίζει τις παλιές καλές εποχές.
Διάβασα αναλύσεις επί αναλύσεων για την επιτυχία του ταξιδιού, όλα αυτά τα τετριμένα που λέμε οι δημοσιογράφοι –ιδιαίτερα οι απληροφόρητοι- και δεν θα έλεγα ότι έφριξα με τα κείμενα αυτά καθ’ αυτά, όσο με τα συμπεράσματα. Με δεδομένο τον τρόπο κατάρτισης του προγράμματος, όπου ο καθένας μιλούσε με άλλους δέκα και οι δέκα με άλλους εκατόν, ομολογώ ότι ήταν συμπαθητικό. Και για ένα ηγέτη της Αριστεράς, ο οποίος είχε κατηγορηθεί για όλα τα κακά της Ελλάδας, καλά τα πήγε ο Αλέξης Τσίπρας. Ομως –το είπα και στον ίδιο και στους συνεργάτες του- θα μπορούσε να επιστρέψει στην Αθήνα θριαμβευτής.
Έχασε μία μεγάλη ευκαιρία και ελπίζω την επόμενη φορά, να εκλείψουν οι ερασιτεχνισμοί και οι «φοβίες» ότι μία επίσκεψη στο Στέϊτ Ντιπάρτμεντ θα έχει πολιτικό κόστος. Δεν έχει, αντίθετα μπορεί να δώσει και πόντους σε έναν πολιτικό. Και κακώς φοβήθηκαν οι συνεργάτες του και δεν επέτρεψαν να γίνει η δήλωση έξω από το Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, όπως κάνουν οι πάντες…
Μου έλεγαν συνάδελφοι, που τηλεφωνούσαν από την Αθήνα, «μα είδε τον Τσακόπουλο, είναι μεγάλο θέμα».
Αν μετρούσαν οι φορές που τον συνάντησαν οι δημοσιογράφοι της Ουάσιγκτον και της Νέας Υόρκης, τότε με τη λογική μερικών στην Ελλάδα θα έπρεπε να είχαν γίνει το λιγότερο … υπουργοί στην κυβέρνηση Ομπάμα. Καλός και σεβάσμιος άνθρωπος ο κ. Τσακόπουλος, αλλάπόρτες ανοίγει μόνο για τον εαυτό του και αυτό είναι λογικό, διότι ξοδεύει χρήματα για τις οικονομικές εκστρατείες πολιτικών, ιδιαίτερα της Καλιφόρνιας, όπου είναι και τα επιχειρηματικά του συμφέροντα. Και δεν τολμώ νακακίσω τον άνθρωπο, διότι μερικές φορές που χρειάστηκε, και αυτός και οι άλλοι Ελληνοαμερικανοί –ιδιαίτερα στην περίπτωση των Ιμίων- άφησαν τις δουλειές τους και ήλθαν στην Ουάσιγκτον όπου απαίτησαν να συναντήσουν τον τότε πρόεδρο Κλίντον. Και τον συνάντησαν, και του τα είπαν και θα έλεγα ότιέσωσαν την ελληνική αξιοπρέπεια, που την είχε πάρει ο …άνεμος του κ. Πάγκαλου, όπως τη σημαία.
Όμως, ας μην γελιόμαστε. Ο κ. Τσακόπουλος δεν μπορεί να αλλάξει την (αρνητική) εντύπωση της αμερικανικής γραφειοκρατίας για τον κ. Τσίπρα και το κόμμα του. Όλα αυτά τα χρόνια, τα τηλεγραφήματα από την Αθήνα βρίθουν αρνητισμού για τον αρχηγό και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Και όπως εξήγησα σε όποιον ζητούσε τη γνώμη μου, οι Αμερικανοί ούτε καταπίνουν ούτε χωνεύουν τις καταθέσεις στελεχών και φίλων του ΣΥΡΙΖΑ υπέρ των μελών της 17Ν.
Ο κ. Τσίπρας συναντήθηκε με τον κ. Ερικ Ρούμπιν του Στέϊτ Ντιπάρτμεντ και τον κ. Κρίστοφερ Σμαρτ του υπουργείου Οικονομικών. Τον άκουσαν και τους άκουσε, συναντήθηκαν ξανά σε ελληνικό εστιατόριο όπου τα είπαν πιο χαλαρά και χωρίς το φόβο της καταγραφής της συνομιλίας –αν και ποτέ δεν ξέρεις… Ούτε τον έπεισαν, ούτε τους έπεισε και είμαι βέβαιος πως ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ γνώριζε πως δεν θα τους αλλάξει γνώμη. Δεν εξετάζω αν ήταν υψηλόβαθμοι ή όχι, επειδή καμιά φορά με τους «μικρούς» μπορείς να κάνεις καλύτερα τη δουλειά σου. Αλλά, είμαι σίγουρος πως εάν ακολουθούντο οι διαδικασίες, θα είχε συναντηθεί με υψηλόβαθμους της γραφειοκρατίας, και στο Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, και στο Λευκό Οίκο.
Ισως την επόμενη φορά.
Όποιος επέλεξε την ημερομηνία της επίσκεψης, έκανε λάθος. Δεν φτάνεις στην Ουάσιγκτον το βράδυ μετά την ορκωμοσία του Προέδρου των ΗΠΑ, όπου οι πάντες πίνουν και γλεντούν, διότι μειώνονται οι δυνατότητες για βαρβάτες συναντήσεις. Και με αξιωματούχους της κυβέρνησης και με τα μέλη του Κογκρέσου. Και, βέβαια, δεν επιλέγεις μόνο το American Hellenic Institute, που αποτελεί το συντηρητικό και «εθνικιστικό» κομμάτι της Ομογένειας, διότι καλοί και χρυσοί οι άνθρωποι, αλλά οι δυνατότητες τους είναι μόνο για «χαμηλές πτήσεις».
Είχε κέρδη, αλλά και απώλειες, για τον κ. Τσίπρα η επίσκεψη του στην Ουάσιγκτον. Στο Ινστιτούτο Brookings παρακολούθησαν την ομιλία του μερικοί σοβαροί αναλυτές και αξιωματούχοι, αλλά η πλειοψηφία των καλεσμένων ήταν Ελληνοαμερικανοί, οι οποίοι και αυτοί βεβαίως έπρεπε να γνωρίσουν από κοντά τον κ. Τσίπρα, διότι μερικοί κύκλοι της Ομογένειας ακούνε για Αριστερά και νομίζουν πως έφτασε στην Ουάσιγκτον ο … «Κόκκινος Στρατός».
Δεν γνωρίζω εάν την επόμενη φορά θα έρθει ως πρωθυπουργός ο κ. Τσίπρας. Όπως και να έρθει, πιστεύω πια πως γνωρίζει ότι οι Αμερικανοί σε αγκαλιάζουν μόνο εάν εξυπηρετούνται τα συμφέροντά τους. Το ότι τον κράτησαν σε μία απόσταση –και κρίνω με βάση το επίπεδο των συνομιλητών του- είναι επειδή πριν απ’ όλα επιθυμούν να τον μάθουν…
Κρίνεται, λοιπόν, απ’ όσα λέει πίσω από τις κλειστές πόρτες, διότι οι Αμερικανοί πλέον έχουν μάθει ότι οι Έλληνες πολιτικοί δεν εννοούν αναγκαστικά όσα δηλώνουν δημόσια…
Υστερόγραφο: Πέρασαν κιόλας 17 χρόνια από την «ήττα» στα Ίμια. Και χρησιμοποιώ τη λέξη ήττα επίτηδες, καθώς αναφέρομαι στο «γκριζάρισμα» του Αιγαίου Πελάγους, που πέτυχε η τουρκική διπλωματία. Ένα πράγμα επιθυμώ να καταθέσω, καθώς είμαι από τους ελάχιστους Έλληνες, που έχουν μελετήσει όλα τα έγγραφα για τα Ιμια και για τη συμφωνία Ντερμιρέλ -Σημίτη στη Μαδρίτη. Η δημοσιογραφία και οι λειτουργοί της αποδείχθησαν κατώτεροι των περιστάσεων, διότι τη στιγμή που ηρέμησαν τα πράγματα, έβαλαν φωτιά που θα μπορούσε να οδηγήσει σε ελληνοτουρκικό πόλεμο με πολλούς νεκρούς και καταστροφές…
aixmi.gr